Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΦΥΓΗΣ



ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΦΥΓΗΣ

Να δούμε πως θα περάσει
κι αυτό το ιοβόλο καλοκαίρι…

Πως θα τελειώσει το πανηγύρι
των απελπισμένων
και των αναχωρητών…

Πως θα κλείσει η μεγάλη πύλη του λοιμού
και πως ανήμπορα τα δέντρα
θα παραδοθούν στη φωτιά
και θα υποκύψουν.

Σε λίγο θα μαζευτούνε
οι σκιές του απογεύματος στο κατάστρωμα
και μες στην αχλή και στο συννεφόκαμα
μια–μια θα εξαφανίζονται σαν περιστέρια
σε χέρια ταχυδακτυλουργού.

Κι έτσι θα πέσει βαρύ πάπλωμα η νύχτα
ανάκατη με ήχους μυστικούς,
μουρμουρητά και υγρασία.

Χωρίς να το αντιληφθούμε
χωρίς να το περιμένουμε θα τελειώσει
το ταξίδι…

Κι όλα θα τρέξουν μπρος απ’ τα μάτια μας
εικόνες άυλες,
φύσεις νεκρές σε απέραντους λευκούς
ιδρωμένους τοίχους.

Να δούμε πως θα ξεψυχήσει
κι αυτό το καλοκαίρι των αποκλήρων…

Πως θ’ ανοίξουν
τα παράθυρα του φόβου
για να αποδράσει το όνειρο
και η επιθυμία.

Πως θα κοιτάμε τους άδειους δρόμους
και τις βουβές πλατείες
πως θ’ αναζητήσουμε
την ανάγκη του διαλόγου
σ’ ένα πακέτο τσίχλες
σε μια εφημερίδα
που δε θα διαβάσουμε ποτέ.

Πως θα κοπάσει η φωνή μας
πρωτού ακουστεί
πρωτού προφτάσει να ψιθυρίσει
της απαγορευμένες λέξεις
της αγάπης και του έρωτα.
Θα ήμαστε όλοι εκεί
στην προκυμαία της σιωπής
με αποσκευές
καπέλα και λευκά φορέματα
ανδριάντες του εαυτού μας
ερωτικοί και αυτόχειρες
με το εισιτήριο της φυγής στο χέρι
δίπλα στην παγωμένη υψικάμινο.

Θα ήμαστε όλοι εκεί
χωρίς ουσιαστικό προορισμό
χωρίς ουσιαστική ανάγκη.

Αιχμάλωτοι της διαδρομής και της ανάγκης
που δημιούργησαν αυτοί που σκέφτονται
αντί για μας
αυτοί που αντί για μας αποφασίζουν
και προγραμματίζουν το πριν και το μετά.
Χωράμε όλοι στο ταξίδι,
χωράμε όλοι στο όνειρο
της «υπερφορτωμένης μπαταρίας»
που κατασκεύασαν για μας
οι ονειροκατασκευαστές
οι εργοδότες
και οι ινστρούχτορες

Τίποτε άλλο απ’ το ταξίδι δε μας απομένει
τίποτε άλλο απ’ τη φυγή δε μας καθοδηγεί.

Τίποτε άλλο
από την ετοιμασία της μεγάλης γιορτής
δε μας γοητεύει,
δε μας συγκινεί…

Τα καλοκαίρια των απελπισμένων
έχουν όλα το ίδιο χαμένο
κατακόκκινο γαλάζιο χρώμα
την ίδια μυρωδιά…

Μυρίζουν πεθαμένο νερό
ξεπλυμένο απόγευμα
και ναφθαλίνη.
Βασίλης Ν. Τριανταφυλλίδης
(Χάρρυ Κλυνν)

(Από τη Συλλογή "ΣΚΟΝΙΣΜΕΝΗ ΑΚΤΗ" Εκδόσεις Γαβριηλίδης)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ταπεινός και μόνος
εντός μου
ο κόσμος-----
σαν χάσμα ανέκκλητο
και σαν ποινή!....
δεν προχωράει...
δεν γαληνεύει....
ούτε πεθαίνει!